ηλεκτροβιολογία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ηλεκτροβιολογία οι ηλεκτροβιολογίες
      γενική της ηλεκτροβιολογίας των ηλεκτροβιολογιών
    αιτιατική την ηλεκτροβιολογία τις ηλεκτροβιολογίες
     κλητική ηλεκτροβιολογία ηλεκτροβιολογίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ηλεκτροβιολογία < αγγλική electrobiology, μορφολογικά αναλύεται σε ηλεκτρο- + βιολογία  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό

ηλεκτροβιολογία θηλυκό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.