επί το ορθότερον
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- επανακοινοποίηση στο ορθό
- ορθή επανάληψη
- κατὰ τὸ ὀρθὸν δικάζειν (αρχαία ελληνική)
- κατ' ὀρθόν (ορθώς) (αρχαία ελληνική)
Μεταφράσεις
επί το ορθότερον
|
|
Πηγές
- ορθός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.