ελεύθερη πτώση

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Βλέπε τις λέξεις ελεύθερος και πτώση.

Πολυλεκτικός όρος

ελεύθερη πτώση

Μια μεταλλική σφαίρα σε ελεύθερη πτώση.
Το χρηματιστήριο βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση.

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.