εικονοστοιχείο
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | εικονοστοιχείο | τα | εικονοστοιχεία |
| γενική | του | εικονοστοιχείου | των | εικονοστοιχείων |
| αιτιατική | το | εικονοστοιχείο | τα | εικονοστοιχεία |
| κλητική | εικονοστοιχείο | εικονοστοιχεία | ||
| Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Μεγέθυνση τμήματος της εικόνας του λογότυπου της Wikipedia που δείχνει πως είναι τα εικονοστοιχεία (pixel) που την απαρτίζουν
Ετυμολογία
- εικονοστοιχείο < εικόνα + στοιχείο < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική picture element
Ουσιαστικό
εικονοστοιχείο ουδέτερο
- (πληροφορική, γραφικά υπολογιστή) pixel: το στοιχειώδες κομμάτι που απαρτίζει μία εικόνα.
- ※ Στην απλούστερη περίπτωση της ασπρόμαυρης εικόνας σε κάθε εικονοστοιχείο αντιστοιχεί ένα δυαδικό ψηφίο (1: αναμμένο – 0: σβηστό) [1]
Συνώνυμα
- βάθος χρώματος, πιξελοποίηση
-
εικονοστοιχείο στη Βικιπαίδεια

- Pixels, εικόνες στα Wikimedia Commons
Μεταφράσεις
εικονοστοιχείο
Αναφορές
- 2.1.3 Ψηφιακή παράσταση εικόνας, σελ. 4. Προσπέλαση 2020-07-07.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.