δευτεραγωνίστρια
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | δευτεραγωνίστρια | οι | δευτεραγωνίστριες |
| γενική | της | δευτεραγωνίστριας | των | δευτεραγωνιστριών |
| αιτιατική | τη | δευτεραγωνίστρια | τις | δευτεραγωνίστριες |
| κλητική | δευτεραγωνίστρια | δευτεραγωνίστριες | ||
| Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- δευτεραγωνίστρια < δευτεραγωνιστής + -τρια
Μεταφράσεις
δευτεραγωνίστρια
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.