γνωριμιά
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | γνωριμιά | οι | γνωριμιές |
| γενική | της | γνωριμιάς | των | γνωριμιών |
| αιτιατική | τη | γνωριμιά | τις | γνωριμιές |
| κλητική | γνωριμιά | γνωριμιές | ||
| Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση. | ||||
| Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.