γεωφυσικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | γεωφυσικός | οι | γεωφυσικοί |
| γενική | του | γεωφυσικού | των | γεωφυσικών |
| αιτιατική | τον | γεωφυσικό | τους | γεωφυσικούς |
| κλητική | γεωφυσικέ | γεωφυσικοί | ||
| Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- γεωφυσικός < → λείπει η ετυμολογία
Μεταφράσεις
γεωφυσικός
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.