γερμανικό κλειδί
Νέα ελληνικά (el)

διάφορα γερμανικά κλειδιά
Ετυμολογία
- γερμανικό κλειδί < → λείπει η ετυμολογία
Πολυλεκτικός όρος
γερμανικό κλειδί ουδέτερο
- εργαλείο που χρησιμοποιείται για το βίδωμα και ξεβίδωμα βιδών, μπουλονιών και μεταλλικών σωλήνων
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.