αἱμός

Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των σελίδων που χρειάζονται επιμέλεια και έλεγχο
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού.

Για έλεγχο. Αν είναι ελληνιστικό (A.fr.) Sarri.greek  | 02:46, 18 Δεκεμβρίου 2022 (UTC).


Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική αἱμός οἱ αἱμοί
      γενική τοῦ αἱμοῦ τῶν αἱμῶν
      δοτική τῷ αἱμ τοῖς αἱμοῖς
    αιτιατική τὸν αἱμόν τοὺς αἱμούς
     κλητική ! αἱμέ αἱμοί
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  αἱμώ
γεν-δοτ τοῖν  αἱμοῖν
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

αἱμός < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *seh₂ip- (φράκτης)

Ουσιαστικό

αἱμός αρσενικό

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.