αττικό ημερολόγιο

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

αττικό ημερολόγιο <  δείτε τις λέξεις αττικός και ημερολόγιο

Πολυλεκτικός όρος

αττικό ημερολόγιο ουδέτερο

  • το ημερολόγιο που χρησιμοποιούσαν στην αρχαία Αθήνα, αλλά και σε αρκετές αποικίες της

Μήνες του αττικού ημερολογίου

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.