αραβοσιτοκαλλιέργεια

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αραβοσιτοκαλλιέργεια οι αραβοσιτοκαλλιέργειες
      γενική της αραβοσιτοκαλλιέργειας των αραβοσιτοκαλλιεργειών
    αιτιατική την αραβοσιτοκαλλιέργεια τις αραβοσιτοκαλλιέργειες
     κλητική αραβοσιτοκαλλιέργεια αραβοσιτοκαλλιέργειες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

αραβοσιτοκαλλιέργεια < αραβόσιτ(ος) + -ο- + καλλιέργεια

Προφορά

ΔΦΑ : /a.ɾa.vo.si.to.ka.liˈeɾ.ʝi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: αραβοσιτοκαλλιέργεια

Ουσιαστικό

αραβοσιτοκαλλιέργεια θηλυκό

Μεταφράσεις

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.