απαντητής

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο απαντητής οι απαντητές
      γενική του απαντητή των απαντητών
    αιτιατική τον απαντητή τους απαντητές
     κλητική απαντητή απαντητές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

απαντητής < (ελληνιστική κοινή) ἀπαντητής

Ουσιαστικό

απαντητής αρσενικό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.