αντικάμαρα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αντικάμαρα οι αντικάμαρες
      γενική της αντικάμαρας
    αιτιατική την αντικάμαρα τις αντικάμαρες
     κλητική αντικάμαρα αντικάμαρες
Κατηγορία όπως «πέστροφα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

αντικάμαρα < (άμεσο δάνειο) ιταλική anticamera < anti- + camera  δείτε  αντι-, κάμαρα [1]

Ουσιαστικό

αντικάμαρα θηλυκό

  • (παρωχημένο) προθάλαμος
      Στην αντικάμαρα, μπροστά στο σαλότο όπου γινόταν η σύσκεψη, έστεκαν όρθιοι οι υπασπιστές κι οι υπηρέτες των αρχόντων που συνεδρίαζαν πίσω από την κλειστή πόρτα. (Αλέξης Πανσέληνος Ζαΐδα, Η καμήλα στα χιόνια, 1996 [μυθιστόρημα])

Εκφράσεις

  • κάνω αντικάμαρα χρειάζεται παράθεμα
    1. δημιουργώ ξεχωριστή ομάδα ανθρώπων για να κάνει παρασκηνιακές ενέργειες, ιδίως στην πολιτική [2][3]
    2. κάνω αντίπραξη [3]
    3. (σε κάποιον) τον σνομπάρω αφήνοντάς τον να περιμένει (στον προθάλαμο) [1]

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. αντικάμαρα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
  3. αντικάμαρα pdf - Κάτος, Γιώργος Β. (2016) Λεξικό της λαϊκής και της περιθωριακής μας γλώσσας. Θεσσαλονίκη, 2016 στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας- Αναζήτηση:'αντικάμαρα'.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.