αντίχρονου

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

αντίχρονου < του αντι- (του) χρόνου, όπως (αντι)πρόπερσι, (αντι)μεθαύριο, (αντι)προχτές με μετακίνηση του τόνου όπως στα σύνθετα[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /anˈdi.xɾo.nu/

Επίρρημα

αντίχρονου & αντιχρόνου (χρονικό επίρρημα)

Δεν θα με πληρώσει ούτε του χρόνου, ούτε του αντίχρονου.

αντιπροπέρυσι, αντιπροπέρσι, αντιπρόπερσι, παραπρόπερσι προπέρυσι, προπέρσι, πρόπερσι πέρυσι, πέρσι φέτος, εφέτος του χρόνου αντίχρονου, αντιχρόνου, παραχρόνου, παράχρονου σε τρία χρόνια

Μεταφράσεις

Πηγές

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.