αντίπαλο δέος
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- αντίπαλο δέος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἀντίπαλον δέος (όπου η διάσημη φράση του Θουκυδίδη)[1] → δείτε τις λέξεις αντίπαλος και δέος
Προφορά
- ΔΦΑ : /anˈdipalo ˈðeos/
Έκφραση
αντίπαλο δέος
- (μεταφορικά) αμοιβαίος φόβος μεταξύ ατόμων, ομάδων ή εθνών, που προέρχεται από τη διαπίστωση ότι ο αντίπαλος είναι εξίσου ισχυρός και ισοδύναμος
- αντίπαλον δέος
Αναφορές
- αντίπαλος (σχόλιο) - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Πηγές
- αντίπαλος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- αντίπαλος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.