ανεμοκλάδι
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | ανεμοκλάδι | τα | ανεμοκλάδια |
| γενική | — | — | ||
| αιτιατική | το | ανεμοκλάδι | τα | ανεμοκλάδια |
| κλητική | ανεμοκλάδι | ανεμοκλάδια | ||
| Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
| Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
- ανεμοκλείδι (λαϊκότροπο)
Συνώνυμα
- → δείτε τη λέξη περδικάκι
Μεταφράσεις
ανεμοκλάδι
|
Αναφορές
- ανεμοκλάδι - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.