ανεμοκλάδι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ανεμοκλάδι τα ανεμοκλάδια
      γενική
    αιτιατική το ανεμοκλάδι τα ανεμοκλάδια
     κλητική ανεμοκλάδι ανεμοκλάδια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ανεμοκλάδι < ανεμο- + κλαδί

Ουσιαστικό

ανεμοκλάδι[1] ουδέτερο

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. ανεμοκλάδι -  Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.