αμνιοπαρακέντηση
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | αμνιοπαρακέντηση | οι | αμνιοπαρακεντήσεις |
| γενική | της | αμνιοπαρακέντησης | των | αμνιοπαρακεντήσεων |
| αιτιατική | την | αμνιοπαρακέντηση | τις | αμνιοπαρακεντήσεις |
| κλητική | αμνιοπαρακέντηση | αμνιοπαρακεντήσεις | ||
| Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις. | ||||
| Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- αμνιοπαρακέντηση < → λείπει η ετυμολογία
Πηγές
- αμνιοπαρακέντηση - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.