ακτινομύκητας
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | ακτινομύκητας | οι | ακτινομύκητες |
| γενική | του | ακτινομύκητα | των | ακτινομυκήτων |
| αιτιατική | τον | ακτινομύκητα | τους | ακτινομύκητες |
| κλητική | ακτινομύκητα | ακτινομύκητες | ||
| Κατηγορία όπως «φύλακας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- ακτινομύκητας < ακτινο- + μύκητας • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
ακτινομύκητας αρσενικό
Μεταφράσεις
ακτινομύκητας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.