ακροθάλασσο
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | ακροθάλασσο | τα | ακροθάλασσα |
| γενική | του | ακροθάλασσου | των | ακροθάλασσων |
| αιτιατική | το | ακροθάλασσο | τα | ακροθάλασσα |
| κλητική | ακροθάλασσο | ακροθάλασσα | ||
| Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- ακροθάλασσο < ακροθαλάσσ(ι) + -ο
Προφορά
- ΔΦΑ : /a.kɾoˈθa.la.so/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐κρο‐θά‐λασ‐σο
Ουσιαστικό
ακροθάλασσο {{}}
- άλλη μορφή του ακροθαλασσιά
- ※ Μέσα τους πλέκανε ήσυχα κόμπο τον κόμπο ένα τραγούδι / έτσι που πλέκουν οι ψαράδες στ’ ακροθάλασσο τα δίχτυα τους.
- Γιάννης Ρίτσος, Η Κυρά των Αμπελιών, 1945
- ※ Μέσα τους πλέκανε ήσυχα κόμπο τον κόμπο ένα τραγούδι / έτσι που πλέκουν οι ψαράδες στ’ ακροθάλασσο τα δίχτυα τους.
Μεταφράσεις
ακροθάλασσο
|
→ δείτε τη λέξη ακρογιάλι |
Πηγές
- ακροθάλασσο - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.