αιματοπυόρροια
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | αιματοπυόρροια | οι | αιματοπυόρροιες |
| γενική | της | αιματοπυόρροιας | των | αιματοπυορροιών |
| αιτιατική | την | αιματοπυόρροια | τις | αιματοπυόρροιες |
| κλητική | αιματοπυόρροια | αιματοπυόρροιες | ||
| Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- αιματοπυόρροια < αιματο- + πυόρροια
Μεταφράσεις
αιματοπυόρροια
|
|
Πηγές
- αιματοπυόρροια - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.