άπαξ λεγόμενον
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- άπαξ λεγόμενον < καθαρεύουσα ἅπαξ λεγόμενον, μετάφραση από το λατινικό όρο hapax legomenon < αρχαία ελληνικά επίρρημα ἅπαξ και το ουδέτερο της μετοχής ενεστώτα του λεγόμενος του λέγω. κυριολεκτικά: που λέγεται μια φορά. • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈa.paks leˈɣo.me.non/
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | άπαξ λεγόμενον | τα | άπαξ λεγόμενα |
| γενική | του | άπαξ λεγομένου | των | άπαξ λεγομένων |
| αιτιατική | το | άπαξ λεγόμενον | τα | άπαξ λεγόμενα |
| κλητική | άπαξ λεγόμενον | άπαξ λεγόμενα | ||
| Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Πολυλεκτικός όρος
άπαξ λεγόμενον ουδέτερο
- (γλωσσολογία, λεξικογραφία) λέξη που αναφέρεται μόνο μια φορά σε γραπτό κείμενο του φιλολογικού corpus μιας γλώσσας ή ενός συγγραφέα. Δηλαδή, στην πραγματικότητα 'άπαξ γραφέν': που γράφτηκε μία φορά
- ↪ βρίσκουμε πολλά από τα άπαξ λεγόμενα της αρχαίας ελληνικής στον Όμηρο
- ↪ η αγγλική λέξη satyr είναι κοινή, όμως στο έργο του Shakespeare είναι άπαξ λεγόμενον
Συγγενικά
- δις λεγόμενον (δὶς λεγόμενον)
- δις λεγόμενον (δὶς λεγόμενον)
Σημειώσεις
- για τον προφορικό λόγο, τα 'άπαξ λεχθέντα', λεξιπλασίες που ειπώθηκαν μια φορά, μπορεί να υπάρχει είτε έμμεση μαρτυρία, είτε καταγραφή ήχου με σύγχρονα μέσα
Μεταφράσεις
άπαξ λεγόμενον
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.