Χασαπίδης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Χασαπίδης | οι | Χασαπίδηδες |
| γενική | του | Χασαπίδη* | των | Χασαπίδηδων |
| αιτιατική | τον | Χασαπίδη | τους | Χασαπίδηδες |
| κλητική | Χασαπίδη | Χασαπίδηδες | ||
| * Και λόγια γενική ενικού Χασαπίδου | ||||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Μεταγραφές
- λατινικοί χαρακτήρες: Chasapidis, Hasapidis
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.