Χανιά
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | τα | Χανιά | ||
| γενική | των | Χανίων | ||
| αιτιατική | τα | Χανιά | ||
| κλητική | Χανιά | |||
| όπως «παιδί» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /xaˈɲa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Χα‐νιά
Συγγενικά
-
Χανιά στη Βικιπαίδεια

- Συνοικίες των Χανίων στο Βικιλεξικό
Αναφορές
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.