Τρίγωνον

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Τρίγωνον < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική τρίγωνον
Ο αστερισμός του Τριγώνου.

Κύριο όνομα

Τρίγωνον ουδέτερο

  • όνομα αστερισμού του βόρειου ημισφαιρίου. Ανήκει στους 48 αστερισμούς που σημειώθηκαν πρώτη φορά στην αρχαιότητα από τον Πτολεμαίο και στους 88 επίσημους αστερισμούς που το 1922 θέσπισε η Διεθνής Αστρονομική Ένωση
    συντομογραφία: Tri

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.