Τουλουπίδης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Τουλουπίδης | οι | Τουλουπίδηδες |
| γενική | του | Τουλουπίδη* | των | Τουλουπίδηδων |
| αιτιατική | τον | Τουλουπίδη | τους | Τουλουπίδηδες |
| κλητική | Τουλουπίδη | Τουλουπίδηδες | ||
| * Και λόγια γενική ενικού Τουλουπίδου | ||||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Τουλουπίδης < Τουλούπ(ας) ή Τουλούπ(ης) + -ίδης
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη τουλούπα
Μεταγραφές
- λατινικοί χαρακτήρες: Touloupidis, Touloupides
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.