Ροδωνιά

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Ροδωνιά οι Ροδωνιές
      γενική της Ροδωνιάς των Ροδωνιών
    αιτιατική τη Ροδωνιά τις Ροδωνιές
     κλητική Ροδωνιά Ροδωνιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Ροδωνιά < ροδωνιά

Προφορά

ΔΦΑ : /ɾo.ðoˈɲa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ροδωνιά

Κύριο όνομα

Ροδωνιά θηλυκό

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.