Πανιώνιος
έτσι ώστε να υπάρχει ομοιομορφία με τις υπόλοιπες σελίδες. Παρακαλούμε βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι η μορφή της σελίδας ταιριάζει με τα στάνταρντ του Βικιλεξικού. |
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Πανιώνιος | οι | Πανιώνιοι |
| γενική | του | Πανιώνιου & Πανιωνίου |
των | Πανιώνιων & Πανιωνίων |
| αιτιατική | τον | Πανιώνιο | τους | Πανιώνιους & Πανιωνίους |
| κλητική | Πανιώνιε | Πανιώνιοι | ||
| Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
| Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Κύριο όνομα
Πανιώνιος αρσενικό
- όνομα ή μέρος του ονόματος συλλόγων και σωματείων που ιδρύθηκαν στην Μικρά Ασία ή από πρόσφυγες από την Μικρά Ασία, και κυρίως από την ευρύτερη περιοχή της αρχαίας Ιωνίας. Από το πιο γνωστά είναι το αθλητικό σωματείο: «Πανιώνιος Γυμναστικός Σύλλογος Σμύρνης»
-
Πανιώνιος στη Βικιπαίδεια
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.