Μαυροβούνι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Μαυροβούνι τα Μαυροβούνια
      γενική του Μαυροβουνίου των Μαυροβουνίων
    αιτιατική το Μαυροβούνι τα Μαυροβούνια
     κλητική Μαυροβούνι Μαυροβούνια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Μαυροβούνι < μαυρο- + βουν(ό) +

Προφορά

ΔΦΑ : /ma.vɾoˈvu.ni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μαυροβούνι

Κύριο όνομα

Μαυροβούνι ουδέτερο

  1. ονομασία οικισμών της Ελλάδας
  2. ονομασία βουνών της Ελλάδας

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.