Μαγκατζής
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Μαγκατζής | οι | Μαγκατζήδες |
| γενική | του | Μαγκατζή | των | Μαγκατζήδων |
| αιτιατική | τον | Μαγκατζή | τους | Μαγκατζήδες |
| κλητική | Μαγκατζή | Μαγκατζήδες | ||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Ραγκαβής (κλίση: μπαλωματής)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Μαγκατζής < μαγκατζής
Μεταγραφές
- λατινικοί χαρακτήρες: Magkatzis, Mangatzis
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.