Λύκος
Νέα ελληνικά (el)

Ο αστερισμός του Λύκου.
Ετυμολογία
- Λύκος < λύκος
Κύριο όνομα
Λύκος αρσενικό
- (ελληνική μυθολογία) γιος είτε του Ποσειδώνα, είτε του Προμηθέα, είτε άλλο μυθολογικό πρόσωπο
- ποταμός της Μικράς Ασίας
- όνομα αστερισμού του βόρειου ημισφαιρίου. Ανήκει στους 48 αστερισμούς που σημειώθηκαν πρώτη φορά στην αρχαιότητα από τον Πτολεμαίο και στους 88 επίσημους αστερισμούς που το 1922 θέσπισε η Διεθνής Αστρονομική Ένωση
- συντομογραφία: Lup
Μεταφράσεις
Λύκος
|
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- Λύκος < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
Λύκος αρσενικό
- ανδρικό όνομα
- (ελληνική μυθολογία) όνομα διαφόρων μυθικών προσώπων
- ποταμός της Μικράς Ασίας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.