Κοτόπουλος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Κοτόπουλος | οι | Κοτόπουλοι & Κοτοπουλαίοι1 |
| γενική | του | Κοτόπουλου & Κοτοπούλου |
των | Κοτόπουλων2 & Κοτοπουλαίων |
| αιτιατική | τον | Κοτόπουλο | τους | Κοτόπουλους3 & Κοτοπουλαίους |
| κλητική | Κοτόπουλε | Κοτόπουλοι & Κοτοπουλαίοι | ||
| 1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Κοτοπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Κοτοπούλους | ||||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Κοτόπουλος < + -όπουλος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Πηγές
- Κοτόπουλος σελ.103 - Παναγιώτα Δαλακούρα (2020), Τα επώνυμα της Καβάλας. Γλωσσολογική προσέγγιση. Mεταπτυχιακή διπλωματική εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. DOI, pdf.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.