Καλαθάς
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Καλαθάς | οι | Καλαθάδες |
| γενική | του | Καλαθά | των | Καλαθάδων |
| αιτιατική | τον | Καλαθά | τους | Καλαθάδες |
| κλητική | Καλαθά | Καλαθάδες | ||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παλαμάς - κλίση: ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Καλαθάς < καλαθάς
Μεταγραφές
- κυριλλικοί χαρακτήρες: Калатас, Калафас
- λατινικοί χαρακτήρες: Kalathas
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.