Ιωσήφ

Νέα ελληνικά (el)

  • Γιωσήφης
  • Σήφης
  • Ιώσηπος

Ετυμολογία

Ιωσήφ < αρχαία ελληνική Ἰωσήφ

Κύριο όνομα

Ιωσήφ αρσενικό

  • ανδρικό όνομα

Μεταφράσεις

    Ιωσήφ
  • αγγλικά : Joseph (en)
  • αρμενικά : Հովսեփ (hy) (Hovsepʿ)
  • βασκικά : Joseba (eu)
  • βουλγαρικά : Йосиф (bg) (Iósif)
  • γαλλικά : Joseph (fr)
  • γερμανικά : Josef (de)
  • γεωργιανά : იოსები (ka) (Iosebi)
  • δανικά : Josef (da)
  • εσπεράντο : Jozefo (eo)
  • ιρλανδικά γαελικά : Seosamh (ga)
  • ισλανδικά : Iósef (is)
  • ισπανικά : José (es)
  • ιταλικά : Giuseppe (it)
  • καταλανικά : Josep (ca)
  • λατινικά : Iosephus (la)
  • λετονικά : Jāzeps (lv)
  • λιθουανικά : Juozapas (lt)
  • νορβηγικά : Josef (no)
  • ολλανδικά : Jozef (nl)
  • ουγγρικά : Jozsef (hu)
  • πολωνικά : Józef (pl)
  • πορτογαλικά : José (pt)
  • ρουμανικά : Iosif (ro)
  • ρωσικά : Иосиф (ru) (Iosif)
  • σλοβακικά : Jozef (sk)
  • σλοβενικά : Jožef (sl)
  • σουηδικά : Josef (sv)
  • τσεχικά : Josef (cs)
  • φινλανδικά : Jooseppi (fi)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.