Ιρακινή

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Ιρακινή οι Ιρακινές
      γενική της Ιρακινής των Ιρακινών
    αιτιατική την Ιρακινή τις Ιρακινές
     κλητική Ιρακινή Ιρακινές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Ιρακινή < Ιρακιν(ός) +

Προφορά

ΔΦΑ : /i.ɾa.ciˈni/
ομόηχο: Ιρακινοί

Κύριο όνομα

Ιρακινή θηλυκό

Μεταφράσεις

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Ιρακινός

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.