Θεσπιαί

Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός         ενικός     πληθυντικός  
σπάνιος ενικός επίσης
ονομαστική Θεσπιᾱ́ Θέσπι
& Θέσπεια
αἱ Θεσπιαί
      γενική τῆς Θεσπιᾶς Θεσπίᾱς τῶν Θεσπιῶν
      δοτική τῇ Θεσπι Θεσπί ταῖς Θεσπιαῖς
    αιτιατική τὴν Θεσπιᾱ́ν Θεσπίᾰν τὰς Θεσπιᾱ́ς
     κλητική ! Θεσπιᾱ́ Θέσπι Θεσπιαί
Σπάνιος ενικός, και δεύτερος κατά την κλίση «βοήθεια».
1η κλίση, Κατηγορία 'στρατιά' όπως «στρατιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Θεσπιαί < το όνομα του μυθικού ιδρυτή της πόλης Θέσπι(ος) + -αί < θέσπιος <  δείτε τη λέξη θεσπέσιος

Κύριο όνομα

Θεσπιαί θηλυκό στον πληθυντικό (σπάνιος ενικός Θεσπιά ή Θέσπια)

σπάνιοι τύποι ενικού:

Συγγενικά

 και δείτε τη λέξη θεσπέσιος

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.