Γλούνιτσα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Γλούνιτσα
      γενική της Γλούνιτσας
    αιτιατική τη Γλούνιτσα
     κλητική Γλούνιτσα
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Γλούνιτσα < αρωμουνική [1] Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈɣlu.ni.t͡sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Γλούνιτσα

Κύριο όνομα

Γλούνιτσα θηλυκό, μόνο στον ενικό

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. Στάθης Ασημάκης, Τοπωνύμια, Αθήνα: χ.ε., 2015
  2. ΦΕΚ 213 Α, 6 Ιουνίου 1915
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.