Βόρνεο

Νέα ελληνικά (el)

Χάρτης του Βόρνεο

Ετυμολογία

Βόρνεο < αγγλική Borneo Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈvoɾ.ne.o/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βόρνεο

Κύριο όνομα

Βόρνεο ουδέτερο άκλιτο

  • νησί του Ειρηνικού Ωκεανού το οποίο μοιράζονται η Ινδονησία, η Μαλαισία και το Μπρουνέι
      Οταν πριν από τρία χρόνια, ερευνητές φωτογράφησαν ένα παράξενο θηλαστικό στην ινδονησιακή πλευρά του Βόρνεο, νόμισαν ότι ήταν η πρώτη ανακάλυψη νέου είδους σαρκοβόρου τον τελευταίο αιώνα. Από τότε, όμως, ανακαλύφθηκαν δεκάδες νέα φυτά και ζώα και το Βόρνεο -το τρίτο σε έκταση νησί του κόσμου- αποδείχθηκε οικολογική «Νήσος των Θησαυρών» όπου επιβιώνουν δεκάδες εξωτικά είδη που ακόμα αγνοούμε.
    Εξαφανίζεται ο «παράδεισος» του Βόρνεο, Η Καθημερινή, 30 Μαρτίου 2006
      Ένας ανθρώπινος σκελετός που βρέθηκε στη νήσο Βόρνεο της Ινδονησίας και χρονολογείται προ τουλάχιστον 31.000 ετών, από την εποχή μιας κοινωνίας κυνηγών-τροφοσυλλεκτών, φέρει στο αριστερό πόδι την αρχαιότερη στον κόσμο ένδειξη χειρουργικού ακρωτηριασμού. Η ανακάλυψη θέτει σε αμφισβήτηση την κυρίαρχη έως τώρα αντίληψη ότι τέτοιες ιατρικές πρακτικές αναδύθηκαν πολύ πιο πρόσφατα, σχεδόν παράλληλα με την εμφάνιση της γεωργίας πριν περίπου 10.000 χρόνια.
    Ανακαλύφθηκε στο Βόρνεο η αρχαιότερη ένδειξη ακρωτηριασμού πριν από 31.000 χρόνια, ertnews.gr, 7 Σεπτεμβρίου 2022

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.