Βαμβακάρης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Βαμβακάρης | οι | Βαμβακάρηδες |
| γενική | του | Βαμβακάρη | των | Βαμβακάρηδων |
| αιτιατική | τον | Βαμβακάρη | τους | Βαμβακάρηδες |
| κλητική | Βαμβακάρη | Βαμβακάρηδες | ||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Βαμβακάρης < ενδεχομένως προέλευσης από την ιταλική Bambacari • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
-
Μάρκος Βαμβακάρης στη Βικιπαίδεια
(1905-1972), Έλληνας συνθέτης και ερμηνευτής ρεμπέτικων τραγουδιών - Βαμβακάς
Μεταγραφές
- κυριλλικοί χαρακτήρες: Вамвакарис
- λατινικοί χαρακτήρες: Vamvakaris
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.