zero conditional
Αγγλικά (en)
| ενικός | πληθυντικός |
| zero conditional | zero conditionals |
Ετυμολογία
- zero conditional < → δείτε τις λέξεις zero και conditional
Πολυλεκτικός όρος
zero conditional (en)
- (γραμματική) ένα είδος του conditional mood (υποθετικού λόγου) που χρησιμοποιείται να δηλώσει γενικές αλήθειες ή γεγονότα. Αποτελείται από το conditional clause (η υπόθεση) και το main clause (η απόδοση). Το ρήμα του conditional clause κλίνεται στο present tense και το ρήμα του main clause κλίνεται στο present tense
- ↪ If you see him again (υπόθεση), let me know (απόδοση).
- Αν τον ξαναδείς, πες μου.
- ↪ If he wants, he can have everything.
- Αν θέλει, μπορεί να τα έχει όλα.
- ↪ If you see him again (υπόθεση), let me know (απόδοση).
Σημειώσεις
- Μερικές φορές, το main clause μπορεί να κλιθεί στο simple future. Δείτε την αγγλική wikipedia παρακάτω για μια πολύ λεπτομερή εξήγηση.
Υπερώνυμα
-
zero conditional στην αγγλική Βικιπαίδεια

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.