warm boot

Αγγλικά (en)

Ετυμολογία

warm boot <  δείτε τις λέξεις warm και boot, επανεκκίνηση του συστήματος ενώ είναι ακόμη «ζεστό», δηλαδή δεν έχει προηγηθεί διακοπή της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος

Ουσιαστικό

warm boot (en)

  • warm boot στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.