vis

Γαλλικά (fr)

Προφορά

 

Ουσιαστικό

ενικός πληθυντικός
vis vis

vis (fr) θηλυκό

Συγγενικά

Σύνθετα

Εκφράσεις



Λατινικά (la)

Ετυμολογία

vis < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *weyǝ- (δύναμη)

Ουσιαστικό

vis θηλυκό

  1. δύναμη
  2. βία

Συνώνυμα

Εκφράσεις

Σύνθετα

  • violabilis
  • violatio
  • violator
  • violatus
  • violens
  • violenter
  • violentia
  • violentus
  • violo

Κλίση

αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική vis vires
γενική (vis) virium
δοτική (vi) viribus
αιτιατική vim vires
κλητική (vis) vires
αφαιρετική vi viribus

Ρηματικός τύπος

vis

  • β' ενικό οριστικής ενεστώτα του ρήματος volo



Ολλανδικά (nl)

Προφορά

 

Ουσιαστικό

vis (nl)

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.