tip off

Αγγλικά (en)

ενεστώτας tip off
γ΄ ενικό ενεστώτα tips out
αόριστος tipped out
παθητική μετοχή tipped out
ενεργητική μετοχή tipping out

Ρήμα

tip off (en)

  • πληροφορώ για κάτι καίριο-σημαντικό (συνήθως εγκαίρως)
  • πληροφορώ εκ των έσω, παρέχω εσωτερική πληροφορία
  • γίνεται jump ball, ξεκινά-αρχίζει ο αγώνας μπάσκετ

Συγγενικά

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.