roulette

Αγγλικά (en)

Ουσιαστικό

roulette (en) (μη μετρήσιμο)

  • η ρουλέτα
    Roulette is one of the most requested gambling games.
    Η ρουλέτα είναι ένα από τα πιο ζητημένα παιχνίδια τζόγου.

  • roulette στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Πηγές



Γαλλικά (fr)

      ενικός         πληθυντικός  
roulette roulettes

Ουσιαστικό

roulette (fr) θηλυκό

  1. η ρουλέτα
  2. η μικρή ρόδα
  3. ένα εργαλείο του οδοντίατρου

Εκφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.