précipitation
Γαλλικά (fr)
Προφορά
- ⓘ
Ουσιαστικό
précipitation (fr)
- η βιασύνη, η φούρια
- η μεγάλη βιασύνη που προκαλείται από την ανάγκη γρήγορης λήψης απόφασης, συνοδευόμενη συνήθως από έλλειψη σκέψης
- το φυσικό ή χημικό φαινόμενο κατά το οποίο ένα στερεό σώμα εμφανίζεται μέσα σε υγρό
- (στον πληθυντικό) οποιαδήποτε μορφή νερού πέφτει στο έδαφος από την ατμόσφαιρα (βροχή, ομίχλη, χαλάζι, χιόνι), ο υετός
- η εκπαραθύρωση
Συγγενικά
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.