heraldry
Αγγλικά (en)
Ουσιαστικό
heraldry (en)
- η εραλδική, η θυρεολογία, η οικοσημολογία
- (μεταφορικά) η λαμπρή, η πομπώδης τελετή• όμως και η ζωηρή, παρδαλή, ενθουσιώδης, πολύχρωμη τελετή
Συγγενικά
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.