festival
Αγγλικά (en)
| ενικός | πληθυντικός |
| festival | festivals |
Ετυμολογία
- festival < αρχαία γαλλική festival < λατινική, festivus, γιορταστικός
Γαλλικά (fr)
Ουσιαστικό
| ενικός | πληθυντικός |
| festival | festivals |
festival (fr) αρσενικό
- το φεστιβάλ
- (κατ’ επέκταση) σειρά εκδηλώσεων σχετικά με μια τέχνη ή με το έργο ενός καλλιτέχνη
- (μεταφορικά) και (οικείο) μεγάλη εκδήλωση
Συγγενικά
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.