crust
Αγγλικά (en)
Ουσιαστικό
crust
(en)
η
κρούστα
η
κόρα
του ψωμιού
το «ψωμί» της πίτσας, το κύριο μέρος της
πίτσας
που αποτελείται από
ζύμη
ο γήινος
φλοιός
(
μεταφορικά
)
το
τσαγανό
εφελκίδα
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.