cent
Αγγλικά (en)
Ετυμολογία
- cent (άμεσο δάνειο) παλαιά γαλλική cent < λατινική centum < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *ḱm̥tóm
Ουσιαστικό
cent (en)
Πηγές
- cent - The American Heritage Dictionary of the English Language online. Houghton Mifflin Harcourt.
Γαλλικά (fr)
Ετυμολογία 1
- cent < λατινική centum < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *ḱm̥tóm
Προφορά
- ΔΦΑ : /sɑ̃/
- ⓘ
Σημειώσεις
- Όταν βρίσκεται στην τελευταία θέση ενός αριθμητικού, παίρνει ένα s (εάν βέβαια είναι στον πληθυντικό) :
- mille deux cents - χίλια διακόσια
- quatre cents - τετρακόσια
- αλλά: mille cent - χίλια εκατό
- Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, δεν παίρνει s :
- cent vingt-deux - εκατόν είκοσι δύο
- mille deux cent quarante - χίλια διακόσια σαράντα
- un million trois cent mille - ένα εκατομμύριο τριακόσιες χιλιάδες
Ετυμολογία 2
- cent < (άμεσο δάνειο) αγγλική cent και ολλανδική
Πηγές
- cent - CNRTL (Centre National de Resources Textuelles et Lexicales, 2005) από το Trésor de la langue française informatisé
Εσπεράντο (eo)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.