baleine-d'erreur
Γαλλικά (fr)
Ετυμολογία
Ουσιαστικό
| ενικός | πληθυντικός |
|---|---|
| baleine-d'erreur | baleines-d'erreur |
baleine-d'erreur (fr) θηλυκό
- (νεολογισμός) η εμφάνιση μιας φάλαινας που μεταφέρεται από πουλιά έξω από τη θάλασσα· εμφανίζεται όταν οι διακομιστές του δικτύου τουίτερ είναι υπερφορτωμένοι και δεν μπορούν πλέον να διακομίσουν τα μηνύματα του δικτύου
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.