τουίτερ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

τουίτερ < (άμεσο δάνειο) αγγλική twitter / tweeter
το σήμα του τουίτερ

Ουσιαστικό

τουίτερ ουδέτερο άκλιτο

  1. (πληροφορική) μέσο κοινωνικής δικτύωσης που χρησιμοποιεί σύντομα μηνύματα, με μέγεθος έως και 280 χαρακτήρες
  2. (τεχνολογία) μεγάφωνο αναπαραγωγής υψηλών ακουστικών συχνοτήτων

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.